Σύμφωνα με πρόσφατη έρευνα που διεξάγει από την ερευνητική ομάδα της  Εταιρεία Νόσου Alzheimer & Συναφών Διαταραχών Αθηνών, φαίνεται πως ένα μεγάλο μέρος των ανθρώπων που φροντίζουν άτομα με άνοια στην περιφέρεια της Αττικής αποτελείται από γυναίκες με μέσω όρο ηλικίας τα 55 έτη. Σε πλειοψηφία οι φροντιστές δηλώνουν μέτρια οικονομική κατάσταση και αποτελούνται κυρίως από συνταξιούχους. Η σχέση με το άτομο με άνοια φαίνεται να είναι σε πλειοψηφία γονεϊκή ενώ δεύτερη έρχεται η συζυγική σχέση.

Εντυπωσιακό είναι το γεγονός ότι ο μέσος χρόνος φροντίδας ανέρχεται στις 10 ώρες ημερησίως, ενώ σε μεγάλο βαθμό οι φροντιστές κατοικούν με τους ασθενείς και δεν απασχολούν κάποιον έμμισθο φροντιστή. Παραβλέποντας τις σοβαρές οικονομικές πιέσεις που ασκούνται στους συνταξιούχους στις ημέρες μας, οι φροντιστές επιλέγουν να επισκεφτούν ιδιώτη ιατρό και κατά κύριο λόγο νευρολόγο. 

Ζώντας λοιπόν κάτω από δύσκολες οικονομικές συνθήκες σε συνδυασμό με το βαρύ καθημερινό καθήκον της φροντίδας, ένα πολύ μεγάλο ποσοστό αναφέρει σοβαρά σωματικά και ψυχολογικά προβλήματα. Σε ερωτήσεις που αφορούσαν πιο συγκεκριμένα στα προβλήματα που αντιμετωπίζουν σε σχέση με νομικές υπηρεσίες, κοινωνικά ή οικονομικά ζητήματα απάντησαν ότι αυτό που τους απασχολεί περισσότερο είναι η έλλειψη δομών ημερήσιας απασχόλησης των ατόμων με άνοια όπως επίσης και η δυσκολία που αντιμετωπίζουν με την χορήγηση επιδομάτων.

Όσον αφορά, τις νομικές υπηρεσίες της χώρας, εκφράζουν ότι εφόσον δεν υπάρχει επαρκής ενημέρωση στα νομικά συστήματα που καλύπτουν τους ασθενείς, δεν υπάρχει η δυνατότητα άμεσης διεκπεραίωσης των υποθέσεων, γεγονός που δημιουργεί εντάσεις ανάμεσα στα μέλη της οικογένειας του ασθενούς και πολλές φορές σημαίνει ότι οι φροντιστές επιβαρύνονται οικονομικά.

Αντίστοιχα και ο ανδρικός πληθυσμός που έλαβε μέρος στην έρευνα, στην πλειοψηφεία του κατοικεί με τον ασθενή και μόλις ένα πολύ μικρό ποσοστό καταφέρνει να παρέχει υπηρεσίες με έμμισθο φροντιστή. Παρά το γεγονός ότι συγκαταλέγονται και εκείνοι στην κατηγορία της μέτριας οικονομικής κατάστασης και κατά κανόνα είναι συνταξιούχοι, επιλέγουν στο μεγαλύτερο μέρος να επισκεφτούν ιδιώτη γιατρό για την φαρμακευτική αγωγή των ασθενών.

Από τα αποτελέσματα αυτά μπορούμε να συμπεράνουμε ότι οι ιατρικές ανάγκες των ασθενών είναι καλυμμένες σε μεγάλο βαθμό, ωστόσο η ανάγκη των φροντιστών για υποστήριξη από τις κοινωνικές δομές όπως τα επιδόματα που τους αντιστοιχούν, η ενημέρωση για τα νομικά θέματα που προκύπτουν αλλά κυρίως η κοινωνική υποστήριξη για να αντέξουν το βαρύ φορτίο της φροντίδας, ακόμα δεν ικανοποιούνται, γεγονός που θέτει σε άμεσο ψυχολογικό και ιατρικό κίνδυνο τους φροντιστές των ανθρώπων με μορφές άνοιας.

Σε δεύτερο σκέλος της έρευνας, οι φροντιστές εκλήθησαν να αναλύσουν εκτενέστερα τις ανάγκες τους καθώς διανύουν τα χρόνια της φροντίδας με τα άτομα με άνοια. Ένα μεγάλο μέρος φροντιστών, μίλησε για ενημέρωση στα θέματα της άνοιας; ποιές είναι οι μορφές, ποιά είναι τα συμπεριφορικά προβλήματα που τις ακολουθούν και πως θα μπορούσαν να τους διαχειρισθούν αποτελεσματικά  αλλά με αξιοπρέπεια. Σε αυτό το πλαίσιο, φαίνεται πως οι φροντιστές συχνά αναρωτιούνται πώς μπορούν να επικοινωνήσουν με τους ανθρώπους τους, χωρίς να τους προκαλέσουν ένταση η φόβο και πώς μπορούν να τους εμπνεύσουν να έχουν κάποιες καθημερινές δραστηριότητες που θα τους βοηθήσουν να έχουν μια σταθερή νοητική πορεία για όσο το δυνατόν περισσότερο. Επίσης, αρκετοί αποζητούν συγκεκριμένες τεχνικές συμβουλές για το τελικό στάδιο της νόσου όπου έχει επέλθει πλήρης ακινησία.

Ένα εξίσου σοβαρό ζήτημα που φαίνεται να απασχολεί τους φροντιστές είναι η έλλειψη δομών απασχόλησης ατόμων με άνοια όπως και κέντρα βραχύχρονης και μακρόχρονης παραμονής. Λόγω των έντονων συμπεριφορικών διαταραχών που συνήθως εμφανίζονται στο μεσαίο στάδιο της νόσου, είναι πολύ πιθανό να μην επιτραπεί η εισαγωγή ενός ασθενή με άνοια σε κάποιο κέντρο φροντίδας ηλικιωμένων ατόμων. Στην χώρα μας υπάρχουν λίγες μονάδες φροντίδας ηλικιωμένων που να ειδικεύονται στην φροντίδα ασθενών με άνοια, όπου το προσωπικό είναι εξειδικευμένο και μπορεί να αντιμετωπίσει τις ιδιαιτερότητες στα διάφορα στάδια της νόσου.

Ως επί των πλείστων, οι φροντιστές αναφέρουν ανάγκη για περισσότερα κέντρα ημέρας απασχόλησης εντός και εκτός Αθηνών, καθώς επίσης και ανάγκη για επισκέψεις ψυχολόγων και κοινωνικών λειτουργών, κατ ‘οίκον για άμεση ανακούφιση και υποστήριξη στην διαχείριση κρίσεων.   

Γίνεται επίσης λόγος για ανάγκη δομών ψυχολογικής υποστήριξης συγκεκριμένα για φροντιστές. Συχνά αναρωτιούνται πως μπορούν να αποδεχτούν την κατάσταση που βιώνουν και το γεγονός ότι η προσωπικότητα των ανθρώπων τους, σταδιακά αλλοιώνεται. Έχοντας σαν υποστήριξη ένα θεραπευτικό πλαίσιο, ενδεχομένως οι φροντιστές θα μπορούσαν να αυξήσουν τις ψυχικές τους αντοχές και να αντιμετωπίσουν αυτό το δύσκολο καθήκον της φροντίδας με περισσότερη δύναμη.

Λαμβάνοντας υπόψιν όμως ότι στην Ελλάδα αυτή την στιγμή δεν υπάρχουν προοπτικές να καλυφθούν πολύ πιο  σημαντικές ανάγκες για τους φροντιστές όπως τα επιδόματα και η κάλυψη στα νομικά ζητήματα, δυστυχώς οι δομές ψυχολογικής υποστήριξης και τα κέντρα φροντίδας αποτελούν μια μακρινή προοπτική.     

Kλέα Μπάρλου

Author Kλέα Μπάρλου

More posts by Kλέα Μπάρλου